Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
συνέντευξη στη Μάρθα Λεκκάκου
Ο Ανδρέας Λοβέρδος δηλώνει τον σεβασμό του προς τον Αντώνη Σαμαρά, αλλά απορρίπτει τους χαρακτηρισμούς περί «σημιτοποίησης» της Νέας Δημοκρατίας. Απαντά στον Ευάγγελο Βενιζέλο ότι «η Ελλάδα είναι κράτος δικαίου — όχι τέλειο, αλλά κράτος δικαίου» και για τον Αλέξη Τσίπρα σημειώνει πως «η παρουσία του δεν γεννά λύσεις, γεννά αναστάτωση». Παράλληλα, αναφέρεται στον ρόλο της χώρας στην Ευρώπη και στις σχέσεις με τις ΗΠΑ, υπογραμμίζοντας πως «η Ελλάδα έχει επιλέξει στρατόπεδο: ισχύ, ρεαλισμός, συμμαχίες, αυτοπεποίθηση».
Κύριε Λοβέρδο, έχει μετατραπεί η ΝΔ Δημοκρατία «σε υβρίδιο σημιτικού ΠΑΣΟΚ με μπλε χρώμα;», όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο πρώην πρωθυπουργός και πρόεδρος της ΝΔ Αντώνης Σαμαράς στην πρόσφατη συνέντευξή του;
Δεν θα μπω σε χαρακτηρισμούς. Ο Αντώνης Σαμαράς υπήρξε Πρωθυπουργός μου, τον σέβομαι βαθιά και τον τιμώ. Αυτό δεν αλλάζει. Για μένα, η ουσία δεν είναι οι ταμπέλες. Η χώρα χρειάζεται σταθερότητα και η Νέα Δημοκρατία είναι η μόνη παράταξη που μπορεί να την εξασφαλίσει. Όπως έλεγε και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο ιδρυτής της παράταξης αυτής, «δεν χρειάζεται να συμφωνούμε σε όλα ούτε να ασπαστείτε όλες τις ιδέες μου, ελάτε στην κυβέρνησή μου γιατί χρειάζεται να στηρίζουμε αυτό που κρατάει τη χώρα όρθια». Αυτό μετράει.
Αλλά και ο Ευάγγελος Βενιζέλος, εταίρος της διακυβέρνησης ΝΔ- ΠΑΣΟΚ, όπου ήσασταν Υπουργός, ασκεί δριμεία κριτική στην Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «δημιουργεί σοβαρή ζημιά στο κύρος του κράτους δικαίου, αποδυναμώνει την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς και οδηγεί σε μια πρωτοφανή κρίση αξιοπιστίας και νομιμοποίησης του πολιτικού συστήματος». Το σχόλιό σας.
Τον Βαγγέλη Βενιζέλο τον παρακολουθώ πάντα με προσοχή. Όμως εδώ χρειάζεται μια καθαρή διάκριση: άλλο να εντοπίζουμε προβλήματα και αδυναμίες κι άλλο να μιλάμε με τρόπο που να αφήνει να εννοηθεί ότι η χώρα πάσχει συνολικά από θεσμική κατάρρευση. Αυτό δεν είναι ούτε δίκαιο, ούτε αληθές. Η Ελλάδα είναι κράτος δικαίου. Όχι τέλειο, όχι χωρίς παθογένειες, αλλά κράτος δικαίου. Οι δικαστές δεν παίρνουν εντολές. Η αντιπολίτευση ασκεί σκληρή κριτική ελεύθερα. Ο Τύπος γράφει χωρίς φίμωτρο, ασχέτως αν μας αρέσει ή διαφωνούμε. Υπάρχουν ανεξάρτητες αρχές, έλεγχοι, διαδικασίες και, πάνω από όλα, πολίτες που δεν φοβούνται να μιλήσουν. Αυτά δεν είναι μικρές λεπτομέρειες. Είναι ο πυρήνας μιας κανονικής ευρωπαϊκής δημοκρατίας. Ναι, υπάρχουν προβλήματα αξιοπιστίας στο πολιτικό σύστημα συνολικά. Ναι, υπάρχει καχυποψία και κόπωση. Ναι, η εμπιστοσύνη δεν κερδίζεται με διακηρύξεις, κερδίζεται στην πράξη. Αλλά η λύση δεν είναι να μηδενίζουμε τα πάντα. Γιατί όταν ισοπεδώνεις, δεν διορθώνεις, απλώς γκρεμίζεις. Ως κεντρώος, φιλελεύθερος μεταρρυθμιστής πολιτικός της Νέας Δημοκρατίας πιστεύω στις σταθερές βελτιώσεις, όχι στους βαρύγδουπους αφορισμούς. Χρειάζεται να συζητάμε καθαρά, να διορθώνουμε ό,τι πονάει και να προστατεύουμε ό,τι λειτουργεί. Με ρεαλισμό, όχι με υπερβολή. Με ευθύνη, όχι με συνθήματα.

Στη συνέντευξή σας στο Βήμα Talks δηλώσατε ότι «δεν υπάρχει Κέντρο». Τι σημαίνει αυτό πολιτικά για εσάς; Και αν το Κέντρο έχει απορροφηθεί, ποιον χώρο φιλοδοξείτε να εκφράσετε σήμερα; Πιστεύετε ότι το δόγμα της σοσιαλδημοκρατίας έχει εξαντληθεί;
Όταν είπα ότι “δεν υπάρχει Κέντρο”, το είπα με πολιτικό ρεαλισμό, όχι με διάθεση απαξίωσης. Το Κέντρο δεν χάθηκε. Μετακινήθηκε, εξελίχθηκε και τελικά ενσωματώθηκε σε μια μεγαλύτερη πολιτική στέγη. Σήμερα, η μόνη παράταξη που μπορεί να το εκφράσει δημιουργικά, θεσμικά και με προοπτική διακυβέρνησης, είναι η Νέα Δημοκρατία. Αυτό δεν έγινε με αποκλεισμό, αλλά με διεύρυνση. Δεν έγινε με ιδεολογική ισοπέδωση αλλά με πολιτική σύνθεση. Και αυτή η σύνθεση επέτρεψε σε ανθρώπους σαν εμένα, που ξεκινούν από διαφορετικές πολιτικές αφετηρίες, να συναντηθούν σε έναν κοινό χώρο χωρίς να απαρνηθούν τη διαδρομή τους. Δεν το βλέπω ως νίκη προσώπων, αλλά ως μετασχηματισμό εποχής. Αν η Νέα Δημοκρατία κατάφερε να χωρέσει το Κέντρο, είναι γιατί μίλησε τη γλώσσα της λογικής, της σταθερότητας και της προοπτικής, όχι την γλώσσα της σύγκρουσης. Η σοσιαλδημοκρατία δεν εξαντλήθηκε ως ιδέα. Εξαντλήθηκε ως αυτόνομο, κλειστό κομματικό σύστημα. Τα χρήσιμα στοιχεία της όμως απορροφήθηκαν και συνεχίζουν να ζουν μέσα σε ευρύτερες, ρεαλιστικές πολιτικές προτάσεις. Σήμερα οι πολίτες δεν αναζητούν τίτλους, αναζητούν λύσεις. Και η Νέα Δημοκρατία, με διευρυμένη κοινωνική βάση, εκφράζει ακριβώς αυτό: έναν χώρο με θεσμική ωριμότητα, κοινωνικές ευαισθησίες και κυβερνητική ευθύνη.
Σε λίγες ημέρες, ο Αλέξης Τσίπρας θα παρουσιάσει το βιβλίο του «Ιθάκη». Θεωρείτε ότι ο κ. Τσίπρας εξακολουθεί να εκφράζει μια υπαρκτή κοινωνική δυναμική ή η εποχή του έχει λήξει πολιτικά; Και πώς ερμηνεύετε το γεγονός ότι ένα τμήμα του προοδευτικού ακροατηρίου δεν βρίσκει εκπροσώπηση ούτε στο ΠΑΣΟΚ ούτε στη Νέα Δημοκρατία;
Ο Α. Τσίπρας μπορεί να παρουσιάζει βιβλία, όμως η κοινωνία δεν ξεχνά. Η διακυβέρνησή του δεν ήταν ένα ρομαντικό κεφάλαιο, ήταν μια περίοδος βαθιάς οικονομικής και θεσμικής οπισθοδρόμησης: capital controls, υπερφορολόγηση, διχασμός, αδιέξοδα, σκευωρία Νοβάρτις, απόπειρα ελέγχου τηλεοπτικών σταθμών, αυταπάτες που πληρώθηκαν ακριβά. Αν κάποιος δεν δικαιούται να μιλά για ηθική, θεσμούς και ευθύνη είναι ο ίδιος. Όχι μόνο γιατί απέτυχε να κυβερνήσει, αλλά γιατί ζημίωσε την ίδια την εμπιστοσύνη της κοινωνίας στην πολιτική. Παρόλα αυτά, και παρά την αποτυχία του, θα κάνει ζημιά. Όχι στη Νέα Δημοκρατία. Σε όλους όσοι προσπαθούν να σταθούν απέναντί της. Θα ανακατέψει ξανά την τράπουλα στον χώρο που τον ανέδειξε, θα δημιουργήσει νέες ρωγμές, νέες κόντρες, νέες προσωπικές στρατηγικές. Η παρουσία του δεν γεννά λύσεις, γεννά αναστάτωση στα κόμματα αριστερά της Νέας Δημοκρατίας ανεξαιρέτως. Η Νέα Δημοκρατία δεν κρίνεται από αυτόν. Κρίνεται από το αν παράγει έργο, σταθερότητα, προοπτική, σοβαρότητα. Αυτά είναι τα μέτρα της σύγκρισης, όχι οι επιστροφές προσώπων που κυβέρνησαν με ψευδαισθήσεις. Κατά την κρίση μου πάντως οι συμπολίτες μας δεν αναζητούν θεατρικές επιστροφές, ούτε πολιτικές ρεβάνς. Αναζητούν κράτος που λειτουργεί, ασφάλεια, δουλειές, ευημερία. Εκεί κρίνεται η χώρα. Όχι στα ράφια των βιβλιοπωλείων.

Την ίδια ώρα, η Ευρώπη φαίνεται να μεταβαίνει από μια εποχή κανονιστικής ισχύος σε μια εποχή στρατηγικής αυτονομίας με έμφαση στην άμυνα, την ενέργεια και τη μετανάστευση. Πώς βλέπετε τη θέση της Ελλάδας μέσα σε αυτή τη μεταβολή;
Η Ευρώπη βρίσκεται σε μια κρίσιμη μετάβαση. Από μια περίοδο όπου κυριαρχούσε η ρυθμιστική ισχύς, τώρα επιδιώκει να χτίσει στρατηγική αυτονομία, με έμφαση στην άμυνα, στην ενεργειακή ασφάλεια και στην προστασία συνόρων. Δεν τα έχει ακόμη κατακτήσει πλήρως, αλλά κινείται αποφασιστικά προς αυτή την κατεύθυνση. Και μέσα σε αυτό το νέο ευρωπαϊκό τοπίο, η Ελλάδα δεν ακολουθεί παθητικά. Προετοιμάζεται, ενισχύεται, διεκδικεί ρόλο. Η χώρα μας σήμερα είναι ισχυρότερη από ποτέ. Η κυβέρνηση επένδυσε σε συμμαχίες, όχι σε ευχές. Θωρακίσαμε τη σχέση με την ΕΕ, τις ΗΠΑ, τη Γαλλία, το Ισραήλ, αναβαθμίσαμε το γεωπολιτικό μας αποτύπωμα στα Βαλκάνια, στην Ανατολική Μεσόγειο, στη Μέση Ανατολή. Στην άμυνα, η χώρα ενισχύεται με εξοπλισμούς που αλλάζουν τον συσχετισμό ισχύος: Rafale, Belharra, αναβάθμιση στόλου και αεροπορίας, επενδύσεις στην εγχώρια αμυντική βιομηχανία. Αυτά δεν είναι ανακοινώσεις. Είναι πράξεις αποτροπής. Παράλληλα, η Ελλάδα γίνεται ενεργειακός κόμβος. Με FSRU, διασυνδέσεις, αγωγούς, ΑΠΕ και εξαγωγικό ρόλο στην ενέργεια, δεν διασφαλίζουμε μόνο επάρκεια, αλλά αποκτούμε γεωοικονομικό βάρος. Και στο μεταναστευτικό, τα σύνορα φυλάσσονται αποτελεσματικά, με σεβασμό στο δίκαιο αλλά χωρίς αφέλεια. Η εποχή απαιτεί κράτη ισχυρά, όχι ευάλωτα. Η Ελλάδα έχει επιλέξει στρατόπεδο: ισχύς, ρεαλισμός, συμμαχίες, αυτοπεποίθηση. Και προχωρά.
Οι ΗΠΑ φαίνεται ότι επενδύουν πολιτικά και στρατηγικά στην Ελλάδα, αναγνωρίζοντάς την ως σταθερό πυλώνα και ενεργειακό κόμβο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Σε ποιο βαθμό πιστεύετε ότι η νέα αμερικανική στρατηγική στην περιοχή επηρεάζει το δίπολο Αθήνας – Άγκυρας;
Οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν την περιοχή με ρεαλισμό και ιεράρχηση συμφερόντων: σταθερότητα, αξιόπιστες συμμαχίες, ενεργειακή ασφάλεια. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η Ελλάδα έχει μετατραπεί σε στρατηγικό βραχίονα των αμερικανικών σχεδιασμών, όχι από τύχη αλλά από συνέπεια. Δεν ισορροπούμε σε δύο βάρκες. Δεν παζαρεύουμε πίστη. Δεν αμφισβητούμε συμμαχίες. Και αυτό μετράει. Στο δίπολο Αθήνας-Άγκυρας, η σημερινή αμερικανική στρατηγική δημιουργεί σαφή μετατόπιση βάρους υπέρ της Ελλάδας. Οι αμυντικές συμφωνίες, οι βάσεις, ο ενεργειακός μας ρόλος δείχνουν μια σχέση εμπιστοσύνης σε βάθος. Την ίδια ώρα, η τουρκική πλευρά εισπράττει το κόστος της αμφιθυμίας της. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και πρόσφατες διπλωματικές επαφές στην Ουάσινγκτον δεν απέδωσαν για την Άγκυρα την πολιτική αναγνώριση που επεδίωκε, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την υποδοχή του Υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας, η οποία όχι απλώς έμεινε μακριά από το επίπεδο και τη συμβολική βαρύτητα που ήθελε να προβληθεί αλλά ουσιαστικά του έκλεισαν την πόρτα κατάμουτρα. Οι ΗΠΑ δεν κάνουν φιλανθρωπία. Επιλέγουν στρατηγικούς εταίρους. Και σήμερα, η Ελλάδα είναι η αξιόπιστη πλευρά αυτής της επιλογής.











